Σπυρίδων Ιατράς: Πατριδογνωσία | Καιρός να ξεσκονίσουμε την μνήμη μας!

Facebook
Twitter
Email
LinkedIn
Pinterest
Print

Στα σχολικά μας χρόνια του Δημοτικού Σχολείου, δηλαδή προ αμνημονεύτων χρόνων, κάναμε το μάθημα της Πατριδογνωσίας. Μαθαίναμε χρησιμότατες πληροφορίες για όλες τις περιοχές της Πατρίδας μας. Γεωγραφία ,γεωργία ,κτηνοτροφία ,βουνά και ακρογιάλια και πολλά άλλα ακόμα που δεν θυμάμαι πιά.

Τα παιδικά μας μυαλουδάκια, ταξίδευαν με την φωνή του δασκάλου σ’ όλα τα θαυμάσια και πρωτόγνωρα της Ελλάδας, πλάθοντας τις δικές τους εικόνες. Τα χρόνια πέρασαν πιά,γκρεμίζοντας,χτίζοντας και υλοποιώντας όνειρα. Μέσα στους καθημερινούς αγώνες της επιβίωσης χάσαμε την παιδική μας ματια και μαζί μ’αυτό, σε κάποιες περιπτώσεις, και τον προσανατολισμό της ψυχής και του νου μας.Ξεχάσαμε βασικές αξίες,χάσαμε πυξίδα και χάρτες πορείας,υπακούοντας σε μιά νεοαξιοκρατία κενή περιεχομένου. Καιρός να ξεσκονίσουμε την μνήμη μας, ν’ ανοίξουμε πάλι την Πατριδογνωσία μας, και να διορθώσουμε την πορεία του καραβιού της ζωής και της σκέψης μας.

Με εκτίμηση
Σπυρίδων Ιατράς

Πατριδογνωσία

Ερέθισμα Αναζητήσεων Αντί προλόγου

Το Έθνος των Ελλήνων, έχει ως γενάρχες τον, γιο του Δευκαλίωνος και της Πύρρας, Έλληνα και την Νύμφη Ορσηίδα.Το ζευγάρι γέννησε τρεις γιούς.Τον Ξούθο τον Δώρο και τον Αίολο. Από αυτούς προέρχονται τα τρία γένη που συνέθεσαν και τον κορμό του έθνους μας .Δηλαδή τους Αχαιούς τους Δωριείς και τους Αιολείς.

Δεν επιθυμούμε να δώσουμε ιδιαίτερη έκταση στο ζήτημα της καταγωγής του Έθνους μας, διότι η ταυτότητα του θέματός μας ,όπως θα διαπιστώσετε και στην συνέχεια της ανάπτυξής του, παρότι περιλαμβάνει και ιστορικές αναφορές,έχει άλλη κατεύθυνση αλλά και πρόθεση .

Επιβάλλεται όμως εδώ στοιχειωδώς η αναφορά σ’ αυτή καθ’ αυτή την γνώση, της καταγωγής και σύνθεσης της Εθνική μας υπόστασης, δηλαδή της ιστορίας μας, διότι μας πληροφορεί από πού ερχόμαστε, που βρισκόμαστε και, σύμφωνα με τις ηθικές και πνευματικές μας δυνατότητες,που μπορούμε να φτάσουμε.

.Συνεπώς έχει τεράστια σημασία,διότι αποτελεί πνευματικό υλικό οικοδόμησης ορθής κρίσης και σκέψης. Επίσης λειτουργεί αναγεννητικά, ως ισχυρό εφαλτήριο , για την αυτοκατανόηση, την ψυχική ανασύσταση και τον ορθό προσανατολισμό της αυτοπραγμάτωσής μας.

-Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι η καταγωγή του ονόματος «Ελ-λάς».

Κατά μίαν εκδοχή, προέρχεται από την ρίζα «Ελ» που σημαίνει φωτεινός και την πρωτότυπη ομηρική λέξη «λας» που στην σύγχρονη απόδοσή της αποκαλείται λίθος = πέτρα.Δηλαδή «Φωτεινός λίθος-βράχος»,ή σε μια ευρύτερη απόδοση «Φωτεινή γη, ή γη του Φωτός».

-Μία άλλη εκδοχή συνδέει ετυμολογικά την καταγωγή του ονόματος της Πατρίδας μας με τους Σελλούς της Ηπείρου.

-Μια άλλη μυθολογική εκδοχή μας πληροφορεί επίσης πως η ονομασία είναι προϊόν συνθέσεως δύο άλλων αρχαιοελληνικών πρωτότυπων λέξεων,που έλκουν την καταγωγή τους και έχουν ευθεία αναφορά στον Δευκαλίωνα και την Πύρρα.Οι λέξεις είναι το αριθμητικό επίθετο «εν-μία-εν» και την λέξη «λας»

Μετά το τέλος του κατακλυσμού, που έλαβε και το όνομά του,ο Δευκαλίων και η Πύρρα, διαπίστωσαν ότι δεν υπήρχαν πλέον άνθρωποι και είχαν μείνει σχεδόν μόνοι.Τότε ζήτησαν από τον Δία να τους βοηθήσει.Ο Πατέρας λοιπόν Θεών και ανθρώπων τους είπε να σηκώνουν πέτρες και να τις πετούν πίσω από την πλάτη τους.

Όσους «λίθους» πέτρες έριχνε ο Δευκαλίων γινόντουσαν άνδρες, ενώ όσες έριχνε η Πύρρα γίνονταν γυναίκες. Από αυτό προέκυψε και η λέξη «λαός» «λεωφορείο» και όλα τα λοιπά συναφή.Έτσι ανασυντάχθηκε με την πάροδο των αιώνων η κοινωνία των ανθρώπων.

Και για να επιστρέψουμε στην καταγωγή του ονόματος της Πατρίδας μας.

Έχουμε τις λέξεις «εν» και «λας» Οι δύο λέξεις γίνονται μία «ένλας». Λόγω συνηχήσεως το «ν» πρό του «λ» γίνεται «λ» και προκύπτει η νέα λέξη «Ελλάς».

Προτείνω λοιπόν, μετά λόγου γνώσεως, για σχετικές λεπτομερείς και πλέον αξιόπιστες πληροφορίες, κάθε ενδιαφερόμενος, να καταφύγει, στον ιδιαίτερα σημαντικό ,ως σοβαρή πηγή με επιστημονική τεκμηρίωση πληροφοριών στα επιμέρους πονήματα του και, εμβριθέστατο συγγραφέα – μελετητή-εκδότη Ιωάννη Πασσά.

Σημαντικότατη πηγή, επιπλέον στην οποία περιλαμβάνεται μεγάλο τμήμα του ερευνητικού έργου του προαναφερομένου, θεωρώ επίσης ότι είναι, η αναζήτηση ιστορικών πληροφοριών, στον αποκλειστικό τόμο «ΕΛΛΑΣ» του εγκυκλοπεδικού λεξικού των εκδόσεων «Ήλιος» των ετών 1956 ή 1962.

Εισαγωγή

Η λέξη πατρίδα προκύπτει από το επίθετο «πάτριος-α-ο», κι αυτό από την πρωτότυπη λέξη «πατήρ», που μας στέλνει πίσω στον ιστορικό προγονικό πολιτισμό των αμιγώς όμαιμων μικρών κοινωνιών.

Στενότερα εννοιολογικά εκφραζόμενοι, μας παραπέμπει στις «γενεές» ή τις «πατριές», που σε κάποιες περιοχές,πιο δυσπρόσιτες, της χώρας μας ,κατά μίαν έννοια υπάρχουν μέχρι και στις μέρες μας.

Πρέπει, από την αρχή της αναζήτησής μας, να διευκρινίσουμε ότι δεν επιδιώκουμε να δημιουργήσουμε ένα ερευνητικό δοκίμιο, το οποίο για ακόμα μία φορά θα αποθεώνει, θα δοξάζει και θα υμνεί την Ελληνική μας Πατρίδα.

Στόχος μας είναι, μέσα από την βεβαιωμένη ιστορικά,πολιτιστική πορεία και την διαπιστωμένη και διατυπωμένη επιστημονικά και αδιαμφισβήτητα, ομοιογένεια, εθνική, γλωσσική, πνευματική, θρησκευτική και αξιακή, των κατοίκων, του γεωγραφικού αυτού σημείου του πλανήτη Γη,(ή «Δήμητρα»),να αποτυπώσουμε και να επιχειρήσουμε να ερμηνεύσουμε τους λόγους και τις αιτίες , που γέννησαν αυτήν την συνειδησιακή και ψυχοσυναισθηματική σύνδεση με τον τόπο αυτό.

Βέβαια μια επαρκή απάντηση,ένα σχεδόν απόλυτο διότι, έδωσε ο στρατηγός Μιλτιάδης, πριν την μάχη του Μαραθώνα (490 π.Χ.), μιλώντας στους 10.000 Αθηναίους, που ετοιμάζονταν να αντιμετωπίσουν τις ορδές των Περσών, λέγοντάς τους το αθάνατο “Εάν τους νικήσουμε, αυτοί έχουν πατρίδα να επιστρέψουν. Εάν μας νικήσουν, εμείς δεν έχουμε που αλλού να πάμε.”

Αν κάποια τέτοια συμπεράσματα αβίαστα προκύψουν,θα οφείλονται στην αποδοχή της ιστορικής αλήθειας και την διαλεκτική προσέγγιση και ερμηνεία του καθένα που αντικειμενικά και καλόπιστα θα τα μελετήσεις διαβάζοντας αυτό το κείμενο.

Η πιο σύγχρονη οπτική

Θεωρητικά και πρακτικά λοιπόν «Πατρίδα» είναι ο τόπος που κατά κανόνα συνδέει τους ιθαγενείς άρρηκτα, μέσω της κοινής εθνικής ταυτότητας, καθώς επίσης με την πληθυσμιακή και την επικοινωνιακή τους ομοιογένεια, τα ήθη και έθιμα, την νοοτροπία ζωής, ακόμα και κάποιες χαρακτηριστικές διατροφικές συνήθειες , που έλκουν την αφετηρία τους από τα πολύ-πολύ παλιά χρόνια

Βέβαια υπάρχει και ο συγκεκριμένος τόπος που πρωτοαντικρίσαμε το φως της ένσαρκης ζωής μας που τον αποκαλούμε «ιδιαίτερη» Πατρίδα

Το μεθοδευόμενο «θόλωμα της εικόνα» αποτελεί κυρίως την αντίδραση, στην ιδεαλιστική αντίληψη βάσει του προβαλλόμενου ιστορικού πλαισίου-καμβά επί του οποίου αποτυπώνεται η εικόνα της έννοιας Πατρίδα.

Η «θολή εικόνα» της έννοιας της Πατρίδας βασιζόμενη σε αληθοφανή μεν, αλλά ελλειπή μη συμπαγή ιδεολογικοπολιτικά κριτήρια,που εξετάζουν μονομερώς τα ιστορικά δεδομένα,κατά τρόπο που να μπορούμε να ισχυριστούμε με βεβαιότητα ότι, εξυπηρετώντας σκοπιμότητες, ξεκινούν από μη ορθή αφετηρία με συνέπεια να μην οδηγούν σε στέρεα και εντελώς καθαρά συμπεράσματα.

Είναι απολύτως αληθές βέβαια ότι τα παραπάνω υποθετικά αφηγήματα λίγη σημασία δίνουν ή έδωσαν, στις αλησμόνητες καταπατημένες και σκλαβωμένες ακόμα Ελληνικές Πατρίδες, αλλά και στην απόλυτα φυσική ,λογική, γνήσια αυτονόητη και άδολη αγάπη προς τον γενέθλιο τόπο μας.Διότι κακά τα ψέματα. Όταν έχεις διωχθεί με βίαιο και ληστρικό τρόπο από την πανάρχαια Πατρίδα σου,το αίσθημα του αλύτρωτου δεν σε εγκαταλείπει ποτέ, μεταφερόμενο φυσικά ως κυτταρική μνήμη στους απογόνους σου.

Υπερβολικά, εξεζητημένα και όχι απολύτως καλόπιστα, εξετάζοντας αυτή την επιχειρούμενη συγκροτημένη ασάφεια, στην απόπειρα της αλλοίωσης του τοπίου, του τι σημαίνει Πατρίδα, μπορούμε να εικάσουμε ότι πιθανότατα κρύβει και έναν συγκεκαλυμμένο υπαινιγμό, σχετικά με τους γεω-πολιτικό-στρατηγικούς λόγους, τις ορατές οικονομικές αιτίες και, τις προγραμματιζόμενες ή προβλεπόμενες μελοντικές διεθνείς εξελίξεις εκείνης της εποχής, στην δημιουργία της τότε κρατικής οντότητας, που ονομάστηκε Ελλάς,ως αναχώματος και άγρυπνου παρατηρητηρίου των Οθωμανικών-Τουρκικών διαθέσεων απέναντι στις μεγάλες Ευρωπαϊκές δυνάμεις της εποχής, αλλά πήγε να τους χαλάσει τα σχέδια ο Ιωάννης Καποδίστριας.Σκέψη που αν και υπάρχουσα, ακόμα και για τους ενήμερους ιστορικά, μόνον ως απιθανότητα μπορεί να θεωρηθεί.

Ειδικά στην χώρα μας, θεωρούνται ως «μοντερνισμός» και «προοδευτικότητα» και προβάλλονται αιτιολογούμενα ως αντίδραση, σε ένα κακέκτυπο μεγαλοϊδεατικό ιστορικό κατάλοιπο της βασιλείας του Όθωνα, που αποτελούσε και, ενίοτε ανασυρόμενο αποτελεί, χρήσιμο εργαλείο προώθησης ή συγκάλυψης πολιτικών σκοπιμοτήτων.

Πιο σύγχρονα, στην πλησιέστερη σε εμάς χρονικά και ιστορικά εποχή, προκλήθηκε από την παραληρούσα και έωλη αμετροεπή φιλολογία που είχε αναπτυχθεί, μετά και την λήξη του τελευταίου Εμφυλίου στην Ελλάδα ,αιτιολογούμενη ως αντίδραση στον άκρατο και συγκρουσιακό πατριδοκάπηλο σοβινισμό που κυριαρχούσε σε κάθε εκδήλωση της ζωής του τόπου μας, προς όφελος ολίγων επιτήδειων.

Ίσως λίγο αργότερα από τότε που κατασίγασαν τα κοινωνικά πάθη, κάποια φωτισμένα και ανεξάρτητα μυαλά, που μπόρεσαν να πετάξουν πέρα από τα ιδεολογικά μαντριά και να απαγκιστρωθούν από τις πολιτικές και κομματικές σκοπιμότητες, μόλις απέκτησαν βήμα για να το εκφράσουν, άρχισαν να αποκαλύπτουν την πραγματική αλήθεια.

Έτσι έγινε αντιληπτό και κατανοητό, όχι στην πλειοψηφία του κοινωνικού συνόλου βέβαια, αλλά στην μεγαλύτερη μερίδα των πιο ανοιχτόμυαλων, σκεπτομένων, με ιστορικές γνώσεις,οξυμένη κρίση, και λιγότερο συμφεροντολόγων ανθρώπων, ότι κύριος στόχος όλης αυτής της αμφισβήτησης μέσω των διαφόρων παρατάξεων πολιτικών ή κομματικών ,ήταν ο διαχωρισμός του κοινωνικού συνόλου σε ομάδες.

Κατά τέτοιο τρόπο που θα τους έδινε την δυνατότητα να το χειραγωγούν και να νέμονται ανενόχλητοι την δύναμη και τον πλούτο, χωρίζοντάς το σε ιδεοληπτικώς αντιπαρατιθέμενα μέρη, ενώ πρόκειται για κοινώς ωφέλημα θέματα, μέσω της εξουσίας, που πήγαζε ακριβώς από αυτό το κοινωνικό σύνολο, του οποίου τα μέλη,από ισότιμους πολίτες τους είχαν και ίσως συνεχίζουν να τους έχουν μετατρέψει σε υπηκόους ή οπαδούς και μάλιστα χαμηλής τάξεως.

Στο σημείο πιστεύω επιβάλλεται να καταπιαστούμε με την προβολή αλλά και την απομυθοποιητική αποκατάσταση κάποιων παγιωμένων θεωρούμενων αυταπόδεικτων κωδικών αξιών της ζωής μας,όχι για κάποιο μεταφυσικό λόγο, αλλά τηρουμένων των αναλογιών και των συμβατικών προϋποθέσεων, διότι τώρα διαθέτουμε την ηλικιακή ωριμότητα, αναπτυγμένη κριτική οξύτητα καθώς και την κατανόηση, σε ικανοποιητικό βαθμό, της ζώσης συμβατικής πολιτικής πραγματικότητας.

Επί πλέον έχουμε συσσωρεύσει και αφομοιώσει επαρκείς γνώσεις της καταγεγραμμένης ιστορίας, τις οποίες έχουμε την δυνατότητα να συναθροίζουμε με τις σταχυολογούμενες και, διασταυρούμενες πληροφορίες, μέσω του τεραστίου ωκεανού του διαδικτύου.

Ταυτοχρόνως έχουμε παγιώσει την πυξίδα των θεμελιωδών αξιών, που μας συνοδεύουν και μας καθορίζουν τόσο κυτταρικά όσο κληρονομικά και επίκτητα, από την πλευρά της εθνικής μας καταγωγής, της οποίας η απαρχή χάνεται στα βάθη μια τεράστιας ιστορικής πορείας, έχοντας ζυμωθεί παράλληλα με όλες τις μορφές των κεκτημένων αλλά και το αίμα των αγώνων, του μακραίωνου βίου, του Έθνους μας.

Μία λοιπόν από αυτές τις, παραδεδεγμένες ως αυταπόδεικτα αυτονόητες, κωδικές αξίες της ζωής μας είναι και λειτουργεί «η Πατρίδα».

Τι μπορούμε λοιπόν να ορίσουμε ως αυτό που αποκαλούμε Πατρίδα;

-Μία συμβολική ιδεαλιστική έννοια;

-Η ηθική μας αντίληψη για τον γενέθλιο τόπο μας;

-Την στον ίδιο τόπο ολική μας βιούμενη καθημερινή πραγματικότητα;

-Μία στερεότυπα ιστορική γεωγραφική θεωρητική αποδοχή;

-Μια λογοτεχνική βιωματική συρραφή με τοπωνύμιο , των ανθρώπινων διαδοχικών καθημερινών στιγμών και εμπειριών, που «μοντάρει» χωροχρονικά το φιλμ της ατομικής και συλλογικής ζωής μας από την ώρα της γέννησής μας ;

-Μια διοικητική οντότητα που μας προσδιορίζει,μας χαρακτηρίζει, μας πιστοποιεί, μας προβάλλει, μας δεσμεύει, ή μας απελευθερώνει,μας φορτώνει υποχρεώσεις ή μας παρέχει δικαιώματα;

Ανάλογα με την προοπτική γωνία που παρατηρεί κάποιος την έννοια «Πατρίδα» ,μπορεί να σημαίνει όλα αυτά, ή κάτι απ’ όλα αυτά, ή και τίποτα από αυτά.Αυτό συναρτάται και είναι, ανάλογο με την παιδεία που έχει λάβει,την διαπαιδαγώγησή του, την προσωπική του ενσυναίσθηση, αλλά και τον βαθμό προσωπικής ανάγνωσης και ερμηνείας της καταγωγής του !

Πιθανότατα, στις μέρες μας, κάποιοι να την θεωρήσουν,αυτού του είδους την διερευνητική σκέψη,ως ασήμαντη, ή παρωχημένη,ή άνευ αξίας ,ή ακόμα και ως σπατάλη φαιάς ουσίας.

Η καταγεγραμμένη ιστορική εμπειρία ωστόσο , ειδικά από την πλευρά των Ελλήνων, όμως τους διαψεύδει εκκωφαντικά.

Διότι λαοί που δεν διέθεταν, σαφή αντίληψη της εθνικής τους ταυτότητας και, επίγνωση του βάθους της φυλετική τους ομοιογένεια,αλλά κατεκτήθησαν, την εποχή της ιστορικής τους παρουσίας, κατέληξαν σε ολική εξαφάνιση, ως συμφύρματα πολεμικών κατακτήσεων, ή συνεπεία φυσικών αναμείξεων,ακόμα και λόγω επιβιωτικών αναγκαιοτήτων, ή ιδιαιτεροτήτων των περιοχών που ζούσαν,είτε προχώρησαν σε ολοσχερή διαγραφή της ιστορικής τους μνήμη, είτε προσαρμόστηκαν αποδεχόμενοι την ταυτότητα των κατακτητών τους και φυσικώς αφομοιώθηκαν.

Έχει επικρατήσει ως “Πατρίδα” γενικότερα να θεωρείται η εδαφική έκταση του γεωγραφικού χώρου, που περιλαμβάνεται στην διεθνώς κατοχυρωμένη διοικητική οντότητα, του επωνύμου κράτους, μέσα στα όρια του οποίου γεννηθήκαμε.

Αβίαστα σαφώς και καταφανέστατα, Πατρίδα είναι ο χώρος που γεννηθήκαμε, ο τόπος που ζήσαμε τα παιδικά μας χρόνια, η περιοχή που βιώσαμε τις πρώτες παιδικές εφηβικές εμπειρίες, νιώσαμε τις πρώτες συγκινήσεις και είχαμε τα πρώτα, κάθε είδους, πνευματικά σκιρτήματα. Είναι, μεταφορικά αλλά και πρακτικά,ο τόπος που αισθανόμαστε σίγουροι για την «περπατησιά μας» και τα θέλω μας και νιώθουμε δυνατοί να τα διεκδικήσουμε διότι έχουμε, αν όχι την σιγουριά, οπωσδήποτε την βεβαιότητα πως θα βρούμε κατανόηση.

Για να αποκτηθούν όμως όλα αυτά καθώς και αυτή η πληθυσμιακή συνοχή, για την απόκτηση και στήριξη όλων των προαναφερομένων, έχουν προηγηθεί πολλών αιώνων πολύμορφες και πολυεπίπεδες διαδικασίες και διεθνείς ανακατατάξεις , ώστε να καταλήξει κάθε χώρα στην σημερινή της γεωγραφική και διοικητική έκταση.

Συνέπεια, για την διαμόρφωση του δεσμού αυτού με την πατρική γη ,το πατρικό έδαφος δηλαδή, ώστε να προκύψει συνθετικά ο όρος πατρίδα, αποτέλεσε η ανακάλυψη της γεωργίας, που επέβαλλε την ανάγκη της μόνιμης εγκατάστασης, κοντά στην περιοχή της καλλιέργειας,η οποία νομοτελιακά ώθησε στην δημιουργία των πρώτων οργανωμένων κοινωνικών ομάδων.

Έτσι οδήγησαν φυσιολογικά οι βιοτικές ανάγκες, στο να αρχίσει να αναπτύσσεται η σύνδεση με την καλλιεργούμενη γη, από τους «πατέρες» των πρώτων κυττάρων των κοινωνικών αυτών ομάδων.

Όπως ήταν επόμενο αυτό δημιούργησε πολύ ισχυρούς δεσμούς όχι μόνον με την γη ,ως τόπο και καλλιέργεια,αλλά και μεταξύ των ανθρώπων που συνέθεταν αυτές τις μικρές κοινωνίες.Διότι οι κοινωνίες αυτές είχαν σχεδόν ταύτιση σε ότι δήποτε αφορούσε τον καθημερινό τους βίο,όχι μόνον λόγο συνήθειας ,αλλά και επιβιωτικής αναγκης.Συνέπεια αυτής της πραγματικότητας ήταν η ανάπτυξη ουσιαστικών κοινών συνυπαξιακών αξιών που αποτελούσαν τον θεμέλιο λίθο της ζωής τους.

. Στο πέρασμα του χρόνου και την σταδιακή, τόσο γεωγραφική, όσο χωροταξική και πληθυσμιακή, μεγέθυνση και ανάπτυξη αυτών των περιοχών, επήλθε η φυσιολογική απομάκρυνση όχι όμως αποστασιοποίηση μεταξύ των ανθρώπων,επίσης δεν διέγραψε τις αρχές και αξίες που συνέδεαν αυτές τις κοινωνίες.

Αντίθετα στην πορεία διαπιστώθηκε πως η συνοχή αυτών των ομοιογενών κοινωνιών ,μέσω της προφορικής και καταγεγραμμένης παράδοσης,καθώς και των γεγονότων που απετέλεσαν την ιστορική τους πορεία,δημιούργησαν ιδανικά , τα οποία κωδικοποιήθηκαν και προβλήθηκαν από τους ευφυείς ηγέτες ως ισχυρά συνεκτικά στοιχεία.

Στη ιστορική πορεία αυτών των κοινωνιών παρείχθησαν, ως εύστοχη φυσιολογική ενίσχυση και υποστήριξη αυτών των υπαρκτών βασικών ιδανικών, και ήρθαν να προστεθούν, σύμβολα τα οποία, είτε ήταν μια επικαιροποιημένη εκδοχή αυτών των συνεκτικών ιδανικών των προϋυπαρχουσών ιστορικών παραδόσεων, ή υπακούουσα στην ανάγκη της εποχής, ,είτε ήταν πρότυπα που γεννήθηκαν, κάτω από καινοφανείς αντίξοες συνθήκες, ως αποτελέσματα του σεβασμού και της προσπάθειας διατήρησης αυτών τούτων των ιδανικών, με μια διαφορετική απεικονιστική δυναμική.

Στην φυσιολογική αυτή συμπυκνωτική διαδικασία, για λόγους συντήρησης διαχείρισης και επέκτασης της αναγκαίας (εθνικής στην εξέλιξή της) κοινωνικής συνοχής,πέραν των εθνικών προστέθηκαν, ως φυσική επιβεβλημένη εξέλιξη, και θρησκευτικά σύμβολα, ως συνέπεια των διαμορφούμενων, μέσω των κοινωνικών-πολιτικών ζυμώσεων,νέων συλλογικών πολιτιστικών συνθηκών.

Χωρίς να έχουμε την παραμικρή πρόθεση,μετά από δέκα και πλέον αιώνες πλήρους επικρατήσεως, να αμφισβητήσουμε την σημερινή κρατούσα Ανατολική Ορθόδοξη Χριστιανική θρησκεία της Πατρίδας μας, από σεβασμό στην ιστορική αλήθεια, πρέπει να αναφέρουμε ότι αυτό συνέβη διότι ακολούθησε την ιστορική πορεία των πολιτικών και θρησκευτικών εξελίξεων που πραγματοποιήθηκαν από την υποταγή στην Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία το 146 π.Χ. μέχρι την Οθωμανική κατάκτηση του 1453 μ.Χ.,αλλά και στην συνέχεια μετά την ίδρυση του νεώτερου Ελληνικού κράτους μέχρι τις μέρες μας (1)

Αυτό είχε ως αναγκαίο και φυσιολογικό αποτέλεσμα την μεταβίβαση,ή μάλλον επιστροφή, εξουσιαστικής δυνατότητας και στους θρησκευτικούς ηγέτες.

Η Πατρίδα, και η κοινωνία που την συνθέτει, αντί ενός πλέον έχει δύο σημεία αναφοράς-κέντρα εξουσίας.

Δύο εξουσιαστικά κέντρα τα οποία ήλεγχαν και κατήφθηναν, με την ισχύ που τους παραχωρήθηκε από τις ίδιες τις κοινωνίες, τους βίους και αστυνόμευαν τις σκέψεις των ανθρώπων.

Αναλόγως δε της καθεστηκυίας πολιτικής διακυβέρνησης της Πατρίδας, ανάλογη, ίσως και αυστηρότερη, ήταν η έκφραση της θρησκευτικής εξουσίας. Όμως σε μια κοινωνία με κυτταρική με κληρονομική αλλά και επίκτητη, από την πλευρά των εθνικών βιωμάτων μας, μνήμη αυτό ήταν και είναι σοβαρό λάθος.Το γιατί προφανές.Φυσική αντίδραση και διερεύνηση του ρόλου κάθε εξουσίας,καθώς και οι επίκαιροι λόγοι που τον επιβάλλουν.

Όλα όμως άρχισαν να παίρνουν μια νέα τροπή μετά τον 2ο Π.Π. και τον τελευταίο εμφύλιο πόλεμο που έγινε στην Πατρίδα μας.

Η ανάγκες επιβίωσης της συντετριμμένης αγροτικής οικονομίας, η μετανάστευση,η απαρχή της δειλής όσο και ανεπαρκούς ,ως απεδείχθει στην συνέχεια,επανεκβιομηχάνησης της χώρας και το κύμα αστυφιλίας που προκάλεσε,άρχισε να περιπλέκει την καθαρότητα του προσδιορισμού της ιδιαίτερης κυρίως Πατρίδας,για όσους μετοίκισαν σε μεγάλη πόλη εντός της χώρας,αλλά γενικότερα και της Πατρίδας για όσους μετανάστευσαν.

Για διαφορετικούς λόγους βέβαια σε κάθε περίπτωση.

Οι οικονομικοί μέτοικοι εντός της ίδιας τους της χώρας,γυναίκες και άνδρες,νέες και νέοι , βρέθηκαν, στις διάφορες περιοχές που ζούσαν και εργάζονταν,να κινούνται μέσα σε κοινωνικά περιβάλλοντα,ομογενή μεν εθνολογικά,αλλά με την μορφή του «μωσαϊκού», από πλευράς εντοπιότητας καταγωγής, αποτελούμενα από κατοίκους όλης της χώρας. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, με την πάροδο του χρόνου, να δημιουργηθούν οικογένειες που παρουσίαζαν το φαινόμενο διαφορετικής ιδιαίτερης καταγωγής πατέρα-μητέρας και παιδιών. Αυτό δεν είχε άλλη συνέπεια από το να χάσει την συμπαγή σημασία της ως κεντρικό στοιχείο σημειολογικής αναφοράς η έννοια της «ιδιαίτερης πατρίδας». Για να θυμηθούμε και τον ορισμό «Εξ αμφείν αστύν», των αρχαίων Αθηναίων προγόνων μας, που προσδιόριζε την καθαρή κοινή φυσική εντόπια καταγωγή των γονέων, που καθόριζε και την αυθεντικότητα της καταγωγής των παιδιών τους

Ειδομένο αυτό το γεγονός, της ενδοχώριας διατοπικής καταγωγής των μελών μιας κοινωνίας, με μια άλλη οπτική εκτίμηση μπορείς να πείς ότι, φέρνοντας σε επαφή όλους αυτούς τους ανθρώπους, με τις διαφορετικές φιλοσοφίες, προφορικές παραδόσεις και αντιλήψεις και κάνοντάς τους ένα ομογενές κοινωνικό σύνολο,θεμελιώθηκε ισχυρά το αίσθημα της εθνικής ομοιογενούς,καταγωγής και προέλευσης, και εξανέμισε τυχόν, αποδυναμωμένες αλλά ζώσες στις αφηγήσεις των παλαιοτέρων. τοπικιστικές διαφορές που, φτάνοντας μεταλλασσόμενες ως τις μέρες μας, πιθανόν είχαν τις ρίζες τους στις αρχαίες πόλεις κράτη.

Στον αντίποδα βρίσκονται όσοι συμπατριώτες μας αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν αναζητώντας καλύτερη τύχη και συνθήκες επιβίωσης.

Οι μεταναστεύσαντες σε άλλες χώρες,εάν δεν βρήκαν συμπατριώτη σύζυγο, αντιμετώπισαν ίσως ακόμα εντονότερο δήλημα.

Στην προκειμένη περίπτωση επικράτησαν τα οικονομικά κριτήρια. Η ανάγκη που έγινε επιλογή και η λογική που έγινε φιλοτιμία.

Διότι μπορεί να μην βρέθηκαν στην ξένη χώρα ,πάντοτε με απόλυτα δική τους επιλογή.Ίσως και να ωθήθηκαν προκειμένου να εξυπηρετηθούν πολιτικοί σχεδιασμοί.

Ο καθένας «μετανάστης»ανεξαρτήτως των λόγων που τον έστειλαν μακριά από την Πατρίδα γνωρίζει πως ,έχει υποχρέωση να ζήσει αξιοπρεπώς και, εάν διαθέτει τις ικανότητες, να επιτύχει και να διακριθεί, τιμώντας τον εαυτό του και την Πατρίδα του,γινόμενος επίσης παράδειγμα θετικό για τα παιδιά του.

Τα παιδιά των μεταναστών έχουν πιθανότατα δύο διαφορετικές εθνικές καταγωγές, σίγουρα ίσως μαθαίνουν να μιλούν και διαφορετική,από την μητρική γλώσσα των γονιών τους.

Αυτό μελλοντικά αποτελεί ίσως έναν πολύ θετικό παράγοντα,για τα παιδιά καθώς μεγαλώνοντας πλουτίζουν σε γνώσεις και εμπειρίες.Έτσι αποκτούν την δυνατότητα της σύγκρισης, της επιλογής και, της θεμελίωσης ώριμης προτίμησης της «ιδιαίτερης Πατρίδας» ,που θα κρατήσουν ως ταυτότητα καταγωγής.

Διότι η αυθύπαρκτη αγάπη,για τον τόπο προέλευσής μας ασυνείδητη μεν,φυσική επίγνωση δε,κάθε Ελληνίδας και Έλληνα,είναι να μεταδίδει στα παιδιά του την γνώση της καταγωγής, που τους χαρίζει γονιδιακά η ίδια η φύση τους.Ίσως ακούγεται υπερβολικά βαρύγδουπο, όμως στην συνέχεια της ζωής η πραγματικότητα το επιβεβαιώνει ποικιλοτρόπως.

Όλα όμως δεν είναι αγγελικά πλασμένα.

Συνέπεια της αλματώδους τεχνολογικής ανάπτυξης, και εξ αιτίας των πολιτικοκοινωνικών συνθηκών, οι οποίες ακολούθησαν την λήξη του 2ουΠ.Π.,έφεραν την σταδιακή απομάκρυνση από την φυσική ζωή και, οι ιδιαίτερες κοινωνικές συνθήκες που προκλήθηκαν από την έκρηξη της αστυφιλίας, προς τις πόλεις οικονομικά κέντρα της Πατρίδας μας, έφεραν την σταδιακή απομάκρυνση και την αυτοαπομόνωση των ανθρώπων,με την παραγωγή ενός ψευδούς ειδώλου πρόσκαιρης ατομικής αυτάρκειας, στον παραμορφωτικό καθρέφτη της νέας τάξις πολιτικών πραγμάτων που πρόβαλαν οι σύμμαχοι «νικητές».

Τι είναι λοιπόν η Πατρίδα;

Την απάντηση μας δίνει,ο μέγιστος των Φιλοσόφων της Πατρίδας μας και ίσως της ανθρωπότητας Σωκράτης,μέσω του τρίτου διαλόγου της πρώτης τετραλογίας του Πλάτωνος(Ευθύφρων ή Περί του Οσίου, Απολογία Σωκράτους, ηθικός,Κρίτων ή Περί του Πρακτέου, ηθικός και, Φαίδων ή Περί Ψυχής, ηθικός.) που έφτασε και σε εμάς.

Στον τρίτο διάλογο «Κρίτων ή Περί του Πρακτέου»,σε μία συζήτηση, που χρονικά τοποθετείται πολύ λίγες ημέρες πριν την λήψη του κώνειου, από τον Σωκράτη και διεξάγεται μεταξύ αυτού και του φίλου του Κρίτωνα, αποτυπώνεται με διαύγεια και αξιοπιστία η ηθική διδασκαλία του Φιλοσόφου.

Στους λόγους που προβάλλει ο Κρίτωνας,για τους οποίους και θα έπρεπε να δραπετεύσει ο Σωκράτης,αυτός αντιπαραβάλλει τις δικές του θέσεις και εξηγεί γιατί προτιμάει τον θάνατο από την εξορία.

Με ένα μακροσκελές επιχείρημα, που του αποδεικνύει ότι πρέπει να αποδίδουμε σημασία στη γνώμη αυτών που γνωρίζουν πολύ καλά τα πράγματα ,αλλά και της ίδιας της αλήθειας. 46b 46b και ολοκληρώνει με το αιωνίως αποδεκτό

«Μητρός τε και πατρός και των άλλων προγόνων απάντων τιμιώτερον εστίν η πατρίς και σεμνότερον και αγιώτερον και εν μείζονι μοίρα και παρά θεοίς και παρ’ ανθρώποις τοις νουν έχουσι.» 51α, 51β

Η απόδοση της φράσης στην σύγχρονη καθομιλουμένη: «Από τη μητέρα και τον πατέρα και όλους τους άλλους προγόνους, η πατρίδα είναι πράγμα πολυτιμότερο και σεβαστότερο και αγιότερο και ανώτερο και κατά τη γνώμη των θεών και κατά τη γνώμη των ανθρώπων που έχουν φρόνηση.»

Μας δίνει αναμφισβήτητα το μέτρο που κυριαρχεί και καθορίζει, σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης το νόημα, που επικρατεί για την Πατρίδα, όπου κυριαρχεί, χωρίς αλλοιώσεις ή παρερμηνείες, η ορθόδοξη σκέψη, που έχει αφετηρία την αρχαιοελληνική, επάνω στην οποία, όπως είναι παγκοσμίως παραδεκτό, έχει κτισθεί το σύνολο του πολιτιστικού οικοδομήματος της ανθρωπότητας .

Δηλαδή την σκέψη των Ελευθέρων ανθρώπων, των ομοιογενών κοινωνιών, που γνωρίζουν τον εαυτό τους, καθώς και την έκταση και την ουσία αυτής της ελευθερίας μεταξύ ισότιμων και ισάξιων ανθρώπων ,ώστε να την συνδέουν άρρηκτα, αλλά συνάμα τους υποδεικνύει το μέγεθος της αξίας και την έννοια της Πατρίδας.

Επίλογος

Οι πρώτοι διδάξαντες Έλληνες,το σέβονται και το τιμούν αυτό διότι γνωρίζουν άριστα πως,χωρίς αυτή την Πατρίδα, δεν θα είχαν την Ελευθερία, από την οποία πηγάζει η φυσική δημιουργική τους δύναμη,που τους επιτρέπει, να υπογράφουν ανεξίτηλα, ότι αγγίζουν με τα χέρια, ή το πνεύμα τους και τα προϊόντα που παράγουν, εσαεί να φέρουν τα δικά τους αυθεντικά εθνικά χαρακτηριστικά.

Επίσης πρέπει να τονίσουμε ότι ο Έλληνας στην αγνή αγάπη για την Πατρίδα του,δεν κρύβει ή κρατεί μίσος για την Πατρίδα κανενός άλλου ανθρώπου.

Η ιστορία μας έχει δείξει εξ’ άλλου ότι, ο Έλληνας ακόμα και ως κατακτητής δεν υπήρξε ποτέ δυνάστης.

Σήμερα όμως απέχουμε πολύ από εκείνη την εποχή της πνευματικής καθαρότητας και ευθυκρισίας. Οι αντιλήψεις γύρω από τις αξίες της Πατρίδας και κατ’ επέκταση της Ελευθερίας,έχουν μεταβληθεί. Όχι βέβαια τυχαία.

Είναι διαπιστωμένο πως στο πέρασμα των αιώνων συνέβησαν γεγονότα που επηρέασαν αλλοιωτικά και αποπροσανατολιστικά την σκέψη των ανθρώπων από την ορθή πορεία, τόσο στις αντιλήψεις για την έννοια της Πατρίδας , όσο και για το ότι είναι αδιάσπαστα συνδεδεμένη με την ελευθερία.

Είναι γνωστό ότι, στους πρόσφατους ιστορικά τρεις τελευταίους αιώνες, εμφανίστηκαν καινούρια ιδεολογικά φιλοσοφικά ρευμάτα,(2) εξ’ αφορμής των νέων οικονομικών συνθηκών που αναπτύσσονταν με γοργούς ρυθμούς και διαμόρφωναν νέες συνθήκες ζωής, προβάλλουσες κυρίως τις επιβιωτικές υπαρξιακές απαιτήσεις ατόμων ή ομάδων μέσα στις κοινωνίες.

Αποκρύπτεται δεξιοτεχνικά ότι, αποτελούν πρωτεύουσες κυριαρχικές επιδιώξεις και στοχεύσεις όσων κυριαρχούν και, με την ανοχή των ίδιων των κοινωνιών, καθορίζουν την εξέλιξη και τις προοπτικές τους.(3)

Καλλιεργείται μια παραμορφωτική, διαρκώς μεταβαλλόμενη, θολή εικόνα γύρω από ότι, θεωρητικά ή πρακτικά, ορίζει αυτό που προσδιορίζουμε, με έναν επικρατούντα εθιμικώς, αλλά και διοικητικά αποδεκτό τρόπο,σχεδόν απόλυτο, στις μέρες μας, ως «Πατρίδα».

Η προαναφερόμενη «διαρκώς μεταβαλλόμενη θολή εικόνα» σε καμία περίπτωση δεν αναφέρεται, στα διεθνώς κατοχυρωμένα και αναγνωρισμένα διοικητικά όρια της χώρας μας , αλλά ούτε και στον απόλυτα συγκεκριμένο τόπο της γέννησής μας.

 

(1) Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι η μετάβαση, από την πατρώα θρησκεία των Προγόνων μας,στην σήμερα επικρατούσα επίσημη θρησκεία της Πατρίδας μας,δεν έγινε ούτε τόσο φυσιολογικά ούτε αναίμακτα.

Η Πατρίδα μας έζησε την «Θεία Κωμωδία» της ,και αναπήδησε η ψυχή της από το καθαρτήριο στον υποτιθέμενο Παράδεισο της ίδρυσης του νεώτερου Ελληνικού κράτους , αφενός διότι η κόλαση πνίγηκε και ξεχείλισε από το αίμα των Ελλήνων που βασανίστηκαν για να ασπασθούν την νέα θρησκεία, αφετέρου δε διότι ακούστηκε ο ήχος του χρήματος των πολιτικο-οικονομικών συμφερόντων, την απαρχή του 19ου αιώνα, στο καθαρτήριο της ανθρώπινης ιστορίας.

Οι Έλληνες ικανοί σκεπτόμενοι άνθρωποι, δεν μπορούσαν να κατανοήσουν οτιδήποτε δεν ήταν συνδεδεμένο με την ορατή φύση που σέβονταν και προστάτευαν και τον αιθέρα που τους περιέβαλε , καθώς και την μεταβολή του σεβασμού και της βαθύτερης κατανόησης της ανθρώπινης φύσεως , τόσο ως υλικής αλλά και κυρίως ως πνευματικής υπάρξεως, σε φόβο δούλων προς αυθέντη.

Πρέπει μετ’ επιτάσεως εδώ να τονίσουμε ότι οι Έλληνες καμία σχέση με είδωλα δεν είχαν ποτέ.

Η χρήση του χαρακτηρισμού «Ειδωλολάτρης» και «Εθνικός» ήταν πολιτικά εργαλεία θρησκευτικής τρομοκρατίας που στόχευαν στον βίαιο προσηλυτισμό και στην δουλοποίηση ελευθέρων ανθρώπων.

(2) Η αρχή της φιλοσοφίας είναι «Θέση-αντίθεση-συνθεση» Δηλαδή η παραγωγή κάποιου ολοκληρωμένου συμπεράσματος , αποτελέσματος, πνευματικού ή υλικού προϊόντος ως αποτέλεσμα συνθετικό συγκροτημένης σκέψης.

Κατά την ταπεινή μου άποψη λοιπόν,είναι, αν όχι ψευδεπίγραφη, σίγουρα ανούσια η θεωρητική σύγκρουση μεταξύ των φιλοσοφικών ρευμάτων του «ιδεαλισμού» και του «υλισμού». Κατ΄ ουσίαν δύο θεωρητικών συλλήψεων που πρακτικά δεν είναι δύνατον να παράγουν έργο εν όσον υπάρχουν και λειτουργούν μεμονομένα.

Διότι η μεν ιδέα όσο δεν υλοποιείται είναι α-λειτουργική. (Παρ’ ότι μπορεί να κυοφορηθεί και να αποτελέσει την απαρχή μιας σημαντικής δημιουργίας,ή μιας, μαθηματικής ή και πρακτικής, επίλυσης ενός θεωρητικού επιστημονικού θέματος.)

Η δε ύλη όσον παραμένει στο φυσικό της περιβάλλον παραμένει αδρανής.

Η «ιδέα», ως προϊόν της σκέψης, είναι μια ποσότητα ενέργειας που παράγεται μέσω της συνδυασμένης λειτουργίας του πνεύματός μας. Δηλαδή της όλης ενέργειας που μας καθορίζει ως Ανθρώπους.Μιας και είμαστε αδιάσπαστα ενεργειακά μέρη του «Όλου Φωτός» της όλης ενέργειας δηλαδή και ως μετουσιωμένες υπάρξεις.

Αντιθέτως η ύλη, ανεξαρτήτως από τις ιδιαίτερες φυσικές ή χημικές ιδιότητες που διαθέτει, παραμένει αδρανής όσο διάστημα βρίσκεται ανέγγιχτη στην φύση.

Αυτή η ιδέα ,δηλαδή η μικρή ποσότητα πνευματικής ενέργειας, συναθροιζόμενη με άλλες διαδοχικές ανάλογες ποσότητες ενέργειας (ιδέες), αποτελεί το ερέθισμα και την ώθηση να αρχίσουμε να επεμβαίνουμε πάνω σε αδρανή υλικά, που βρίσκονται σε αφθονία στη φύση.Προχωρώντας στην επεξεργασία και την μορφοποίησή τους, αλλάζουμε την αξία τους, και τα μετατρέπουμε σε χρήσιμα αντικείμενα. Δηλαδή το πνεύμα λειτουργεί ως καταλύτης επιδραστικά,μεταποιητικά ή και χημικά μετουσιωτικά, στην αδρανή ύλη προκειμένου να προκαλέσει τις όποιες παραγωγικές αλλαγές έχει σχεδιάσει ή ανακαλύψει.

(3) Επιβεβλημένη στο σημείο αυτό διευκρίνιση είναι η διάκριση των εννοιών «ιδεολογία» , «πολίτευμα» ,«εφαρμοζόμενη πολιτική».

Η «ιδεολογία» αποτελεί το περιτύλιγμα και το «πολίτευμα» το υλικό του περιτυλίγματος και η «εφαρμοζόμενη πολιτική» το κυρίως περιεχόμενο του πακέτου που συνήθως απέχει πόρρω και από τα δύο,τα οποία υποτίθεται ότι την προκαθορίζουν.

Για να γίνει κατανοητό, ας χρησιμοποιήσουμε ένα δικό μας πολύ πρόσφατο παράδειγμα..

Την περίοδο της Δικτατορίας (1967-1974).

Ο ιδεολογικός τίτλος του καθεστώτος ήταν «Επανάσταση της 21ης Απριλίου».

Ο τίτλος του πολιτεύματος της Πατρίδας μας ήταν «Ελληνική Δημοκρατία».

Η χώρα εκυβερνάτο απολυταρχικά με μιας μορφής Στρατιωτικό Νόμο (Πάγωμα θεμελιωδών άρθρων του Συντάγματος αναφορικά με την άσκηση των πολιτικών δικαιωμάτων των πολιτών).

Θεωρούμε απολύτως αναγκαίο να σημειώσουμε ότι από την σύλληψη, την καταγραφή και, την θεωρητική οργανωτική αποτύπωση μιας ιδεολογίας, εμμέσως μέσω της οποίας ρυθμίζεται και η λειτουργική προσαρμογή μέχρι την εφαρμογή της, υπάρχει μία τεράστια διαδρομή.

Γνωστοποίησης –Διάδοσης της νέας αυτής θεώρησης των κοινωνικών θεμάτων.

Προσέγγισης μέσω του προσφορότερου τρόπου με το περιεχόμενό της.

Διερεύνησης των τρόπων που εξετάζει τα κοινωνικά ενδιαφέροντα.

Ευρύτερης ανταλλαγής απόψεων.

Δημιουργία ομάδας συμπαθούντων.

Προσπάθεια διάδοσης της νέας αυτής ιδεολογίας,από άτομα ή συλλογικές ομάδες

Έμμεση ή άμεση κοινωνική καταξίωση.

Επικράτηση και αποδοχή από ευρύτερα κοινωνικά .

Απόπειρα εφαρμογής.

Εκείνο λοιπόν που σαφώς την καθορίζει είναι ο παράγων άνθρωπος.

Αυτό οφείλεται στο γεγονός της οπτικής λογικής προσέγγισης κοινών ανθρώπινων καθημερινών αναγκών και κυρίως στις λύσεις καθώς και τις επιδιώξεις και τις συνέπειες απ’ αυτές πάνω στις ίδιες τις κοινωνικές ισορροπίες καθώς και οι προβλεπόμενες πιθανότητες επιτυχών αποτελεσμάτων

Πρέπει επίσης να γίνει απολύτως κατανοητό και σαφές ότι, ένα κράτος που μπορεί να αποτελεί και την Πατρίδα μας, ενταγμένο ως διοικητική οντότητα στο αντίστοιχο διεθνές περιβάλλον, δύσκολα μπορεί να διατηρεί τα ιδιαίτερα αυτά Εθνικά χαρακτηριστικά του, εάν δεν απολαμβάνει του σεβασμού,δεν έχει την στήριξη μεγάλης δυνάμεως ,δεν το επιβάλλουν οι διεθνείς γεωπολιτικές συνθήκες, ή δεν διαθέτει το ίδιο την αναγκαία ισχύ.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Συμφωνώ με τους όρους και την Πολιτική Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων.